Φεβρουάριος 2005
7,00 € 
Επιλογή Τεύχους


Δεινοσαυροφαγία
Τα πρώτα θηλαστικά μάς φέρνουν στο νου μικρά ζώα στο μέγεθος της μυγαλής και του αρουραίου που λούφαζαν και κρύβονταν αθόρυβα στη σκιά των δεινοσαύρων για να μη γίνουν βορά των τρομερών αυτών σαυρών. Ωστόσο, απ’ ό,τι φαίνεται πλέον, μερικές φορές οι ρόλοι αντιστρέφονταν: το θήραμα συμπεριφερόταν ως θηρευτής. Πρόσφατα απολιθωμένα ευρήματα απεκάλυψαν έναν πολύ νεαρής ηλικίας δεινόσαυρο μέσα στον πεπτικό σωλήνα κάποιου θηλαστικού ―αποτελεί την πρώτη άμεση απόδειξη για την ύπαρξη θηλαστικού που κυνηγούσε δεινοσαύρους.

Μια διεθνής ομάδα στήριξε τα συμπεράσματά της σε ένα είδος που ονομάζεται Repenomamus robustus, θηλαστικό του ίδιου περίπου μεγέθους με εκείνο του οπόσουμ της Βιρτζίνια που έζησε κατά τον Μεσοζωικό Αιώνα, πριν από 130 εκατομμύρια χρόνια περίπου. Μέσα στον θωρακικό κλωβό του R. robustus βρέθηκε ο σκελετός ενός μικροκαμωμένου νεαρού δεινοσαύρου, ορισμένα χαρακτηριστικά του οποίου, όπως τα πριονωτά δόντια, τα μέλη και τα δάχτυλα υποδηλώνουν ότι επρόκειτο για ένα είδος ψιττακοσαύρου ―έναν ακέρατο συγγενή του τρικεράτοπα, ο οποίος κατά την ενηλικίωσή του είχε μέγεθος αγελάδας. Ενώ τα οστά του θηλαστικού έχουν παραμείνει στις ανατομικές θέσεις τους, εκείνα του δεινοσαύρου είναι σε μεγάλο βαθμό θρυμματισμένα και συνωστισμένα στην περιοχή που αντιστοιχεί στο στόμαχο των σύγχρονων θηλαστικών. «Η πιο πιθανή εξήγηση είναι ότι αποτέλεσε το γεύμα του θηλαστικού», συμπεραίνει ο Jin Meng, παλαιοντολόγος του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας στη Νέα Υόρκη.

Τα απολιθώματα με περιεχόμενα στομάχου είναι σπάνια. Παλαιότερα είχαν ανακαλυφθεί δεινόσαυροι με γνάθους θηλαστικών στον πεπτικό σωλήνα τους. «Εδώ έχουμε την αντίθετη περίπτωση» σημειώνει ο Meng για τον R. robustus.

Φαίνεται ότι οι δεινόσαυροι ήταν επίσης λεία και άλλων μελών του γένους Repenomamus. Μεταξύ των ειδών με μέγεθος σκύλου και χαρακτηριστικά κοινά με της μυγαλής τα οποία έφεραν στην επιφάνεια αγρότες στον γεωλογικό σχηματισμό Γιξιάν στη βορειανατολική Κίνα (όπου έχουν βρεθεί θαμμένα σε κρύπτες αρκετά απολιθώματα πτερωτών δεινοσαύρων), οι ερευνητές ανακάλυψαν και τον R. giganticus. Με διαστάσεις περίπου όσο ενός διαβόλου της Τασμανίας, το ζώο αυτό ήταν το μεγαλύτερο του γένους του: το βάρος του προσέγγιζε τα 12-14 κιλά και το μήκος του ξεπερνούσε το 1 μέτρο· το δε κρανίο του είχε μήκος 16 εκατοστά ―κατά 50% μεγαλύτερο από εκείνο του R. robustus, του επόμενου μεγαλύτερου είδους. «Το μεγάλο μέγεθος συνεπάγεται μια σειρά από άλλα πράγματα: τα μεγαλόσωμα ζώα χρειάζονται περισσότερη τροφή και μεγαλύτερο χώρο για τις δραστηριότητές τους. Μπορούν, επίσης, να καταβροχθίζουν μεγαλύτερου μεγέθους θηράματα, ενώ τα ίδια δύσκολα γίνονται λεία των σαρκοφάγων δεινοσαύρων» εξηγεί ο Meng. «Επιπλέον, ίσως να ζούσαν περισσότερο και να κινούνταν ταχύτερα.»

Τα νέα απολιθώματα βρέθηκαν θαμμένα σε αμμόλιθο που περιείχε ηφαιστειακή στάχτη. Όσα δε απολιθώματα βρέθηκαν στα στρώματα του εδάφους πάνω από τα οστά των θηλαστικών ήταν συντεθλιμμένα, γεγονός που υποδηλώνει ότι είχαν πέσει μέσα σε μια λίμνη όπου και καλύφθηκαν σταδιακά από λάσπη, η οποία τα συμπίεσε δίνοντάς τους επίπεδο σχήμα. Αντιθέτως, τα θηλαστικά τού Repenomamus είχαν διατηρηθεί αρθρωμένα ως προς τις τρεις διαστάσεις, κάτι που υποδεικνύει γρήγορο μαζικό αφανισμό τους εξαιτίας ηφαιστειακής έκρηξης.

Παρότι η ομάδα τού Meng, στην οποία συμπεριλαμβάνονται συνάδελφοί του από την Κινεζική Ακαδημία Επιστημών του Πεκίνου, δεν μπορεί να αποκλείσει την πιθανότητα να ήταν νεκροφάγα τα διάφορα είδη Repenomamus, ο Meng υποστηρίζει ότι με τα μεγάλα πριονωτά δόντια τους ήταν ικανά να συλλαμβάνουν, να συγκρατούν και να κατασπαράζουν άλλα ζώα ―ικανότητες χαρακτηριστικές ενός θηρευτή μάλλον παρά ενός νεκροφάγου ζώου. Ορισμένα από τα μακριά οστά του δεινοσαύρου βρίσκονταν ακόμα στις αρθρώσεις τους, «γεγονός που υποδηλώνει ότι το ζώο πρέπει να καταβροχθίστηκε σε μεγάλα κομμάτια» συμπεραίνει ο Meng. Επιπλέον, το κρανίο του δεινοσαύρου είχε περίπου το ένα τρίτο του μήκους του κρανίου του θηλαστικού, «οπότε δεν αντιπροσώπευε έναν μικρό μεζέ», αλλά ένα πλούσιο γεύμα που θα συνιστούσε τέτοια πρόκληση για ένα ζώο ώστε να μην το δοκιμάσει αλλά να το προσπεράσει αδιάφορα, προσθέτει. Τα νεκροφάγα ζώα είναι, εξάλλου, σχετικά σπάνια μεταξύ των θηλαστικών: μεταξύ των εξαφανισθέντων σαρκοφάγων θηλαστικών, μόνο δύο είδη ύαινας είναι καθ’ έξιν νεκροφάγα ζώα.

Ο παλαιοντολόγος Zhe-Xi Luo, του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Carnegie στο Πίτσμπουργκ, χαρακτήρισε τα ευρήματα αυτά ως την πρώτη σαφή απόδειξη ότι τα πρώτα θηλαστικά δεν ήταν μόνο εντομοφάγα. Ο Spencer Lucas, παλαιοντολόγος στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας τού Νιου Μέξικο στο Αλμπουκέρκε, συμφωνεί: «Συχνά θεωρείται ότι οι δεινόσαυροι κυριαρχούσαν κατά τον Μεσοζωικό Αιώνα, αλλά απ’ ό,τι φαίνεται υπήρχαν και θηλαστικά που τρέφονταν με δεινοσαύρους».