Νοέμβριος 2004
7,00 € 
Επιλογή Τεύχους


Δυσκολίες μεταφοράς
Οι ποντικοί και τα γουρούνια είναι εύκολες περιπτώσεις· οι επίμυες πιο δύσκολοι. Οι άνθρωποι ακόμη δυσκολότεροι, όχι όμως και στον ίδιο βαθμό δυσκολίας που χαρακτηρίζει τους πιθήκους. Κανείς δεν γνωρίζει γιατί μερικά είδη είναι πιο «ζόρικα» έναντι άλλων ως προς την κλωνοποίησή τους. Από μελέτες, ωστόσο, σε ποντικούς έχει ξεκινήσει μια προσπάθεια να προσδιορισθούν αυτές οι διαφορές, ούτως ώστε σε τελική ανάλυση να διευκολυνθούν οι ερευνητές προκειμένου να επιτύχουν σε μεγαλύτερο βαθμό την αποκόμιση ανθρώπινων εμβρυϊκών αρχέγονων κυττάρων, χρήσιμων για τη θεραπεία ασθενειών και την αντικατάσταση οργάνων. Όσον αφορά τη θεραπευτική κλωνοποίηση (γνωστή και ως πυρηνική μεταφορά), το σημαντικότερο επίτευγμα ώς σήμερα σημειώθηκε από την ομάδα τού Woo Suk Hwang στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Σεούλ. Τον περασμένο Φεβρουάριο, ανακοίνωσαν ότι μετέφεραν τους πυρήνες από ένα πλήθος κυττάρων κάποιου ανθρώπου-δότη σε 242 ωάρια των οποίων οι πυρήνες είχαν προηγουμένως αφαιρεθεί. Από τη «φουρνιά» αυτή παρήχθησαν 30 βλαστοκύστες (ένα πρώιμο στάδιο της εμβρυϊκής ανάπτυξης), από τις οποίες μόνο μία απέδωσε κάποια αυτοανανεούμενη αρχέγονη κυτταρική σειρά.

Το επίτευγμα του Hwang εξαίρει την πελώρια τεχνική δυσκολία που χαρακτηρίζει την ερευνητική εργασία με τα ανθρώπινα κύτταρα εν συγκρίσει με τα κύτταρα του ποντικού. Το ανθρώπινο ωάριο απαιτεί σχολαστική στάση εκ μέρους του ερευνητή: είναι μεγαλύτερο, πιο κολλώδες, αλλά και πιο εύθραυστο απ’ ό,τι του ποντικού. «Μοιάζει με μπαλόνι παρά με τόπι του τένις» λέει ο Hwang, ο οποίος αντί να ακολουθήσει την τυπική προσέγγιση για την απομάκρυνση του πυρήνα από ένα ωάριο με αναρρόφηση, ουσιαστικά απέσπασε τον πυρήνα «ξεζουμίζοντάς» τον μέσω μιας μικροσκοπικής σχισμής. Βρήκε ότι ―σε σύγκριση με την κατάσταση στο ποντίκι― ο επαναπρογραμματισμός του ανθρώπινου DNA μέσα στο ωάριο χρειάζεται τον διπλάσιο χρόνο, ενώ οι ρυθμοί διαίρεσης των εμβρυϊκών αρχέγονων κυττάρων είναι οι μισοί. Επίσης, οι ερευνητές πρέπει να αφαιρούν την εσωτερική κυτταρική μάζα των ανθρώπινων εμβρυϊκών αρχέγονων κυττάρων από την εξωτερική (προπλακουντική) κυτταρική στιβάδα της βλαστοκύστης ―κάτι αντίστοιχο δεν είναι απαραίτητο στους ποντικούς―, ειδάλλως οι κυτταρικές διαιρέσεις σταματούν, εξηγεί ο Kevin Eggan του Πανεπιστημίου Harvard.

Αλλα εμπόδια προκύπτουν από την έλλειψη εμπειρίας. « Ήμασταν υποχρεωμένοι να ξεκινήσουμε από μηδενική βάση και να δοκιμάζουμε το καθετί» θυμάται ο Hwang. Αλλά και το περιορισμένο δικαίωμα χρήσης των ανθρώπινων εμβρυϊκών αρχέγονων κυττάρων μαζί με νομικά και ηθικά ζητήματα επιβραδύνουν την επίτευξη προόδου, εξηγεί ο Douglas Melton της Ιατρικής Σχολής του Harvard, ο οποίος διαθέτει για ερευνητικούς σκοπούς 17 νέες σειρές εμβρυϊκών αρχέγονων κυττάρων που ανέπτυξε από δωρισθέντα έμβρυα. Επίσης, το «υλικό εκκίνησης» ίσως να έχει και αυτό τη συνεισφορά του, προτείνει ο Melton. «Σε ό,τι αφορά τα ανθρώπινα πειράματα, έχουμε εργαστεί μόνο με κατεψυγμένα έμβρυα, ενώ στους ποντικούς με φρέσκα» αναφέρει για τους επιστήμονες στις ΗΠΑ.

Αλλα διλήμματα σχετίζονται με το κατά πόσο είναι άριστο το κύτταροδότης του οποίου θα μεταφερθεί ο πυρήνας. Το κύτταρο πρέπει να είναι και ευπρόσιτο και αποδοτικό. Ο Hwang χρησιμοποίησε κύτταρα από τον ωοφόρο δίσκο του ωοθυλακίου (στις ωοθήκες), η πρόσβαση στα οποία δεν είναι και τόσο εύκολη, πέρα βέβαια του ανέφικτου για αρσενικά άτομα.

Ως προς την απόδοση, οι έρευνες δείχνουν ότι όσο πιο ανώριμο και αδιαφοροποίητο είναι το κύτταροδότης τόσο το καλύτερο. Τα πιο αποδοτικά ―και συνάμα τα πιο δύσκολα να αποκομισθούν― είναι τα εμβρυϊκά αρχέγονα κύτταρα, εξηγεί ο Rudolph Jaenisch, πρωτοπόρος ειδικός στην κλωνοποίηση του ποντικού στο Ινστιτούτο Whitehead για τη Βιοϊατρική Έρευνα, στο Καίμπριτζ της Μασαχουσέτης. Ακολουθούν τα σχετικά ανώριμα αλλά σπάνια και απρόσιτα σωματικά αρχέγονα κύτταρα, ενώ μετά από αυτά τα πιο ευπρόσιτα αλλά ώριμα διαφοροποιημένα κύτταρα που συγκροτούν ιστούς. Στο άκρο των πιο δύσκολων και μη αποδοτικών κυττάρων βρίσκονται τα εξόχως εξειδικευμένα Β- και Τ-λεμφοκύτταρα (του ανοσοποιητικού συστήματος), και έπειτα οι μη διαιρούμενοι, με υψηλή εξειδίκευση οσφρητικοί αισθητήριοι νευρώνες, οι οποίοι μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν ουσιαστικά μη κλωνοποιήσιμοι. Τον Φεβρουάριο, ωστόσο, οι Jaenisch, Eggan και Richard Axel, του Πανεπιστημίου Columbia, κλωνοποίησαν με επιτυχία ποντικούς από οσφρητικούς νευρώνες, κατόρθωμα που χαιρετίστηκε ως τεχνολογικός άθλος.

Σήμερα, οι ερευνητές πρέπει να βρουν κύτταρα με αποδοτικότερη εφαρμογή απ’ ό,τι οι νευρώνες, και πρακτικότερα στους χειρισμούς έναντι των εμβρυϊκών αρχέγονων κυττάρων. Ο Eggan σημειώνει ότι από τα πειράματα με τους ποντικούς φαίνεται ότι η πυρηνική μεταφορά δουλεύει άριστα όταν το ωάριο είναι ώριμο προς γονιμοποίηση και έτοιμο να διαιρεθεί, ενώ διαιρείται ευκολότερα εάν ο μεταφερόμενος σε αυτό πυρήνας προέρχεται από κύτταρο συχνά διαιρούμενο, όπως τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος. Παρά ταύτα, τα εμβρυϊκά αρχέγονα κύτταρα αναπτύσσουν μια αυτοανανεούμενη κυτταρική σειρά γρηγορότερα αν το κύτταροδότης ήταν σε ηρεμία, όπως ένας νευρώνας ή ένα σωματικό αρχέγονο κύτταρο. Το έξυπνο «κόλπο» στην υπόθεση αυτή είναι να βρεθεί κάποιο κύτταροδότης που να ξεκινά τη διαίρεση του ωαρίου και να αποδίδει ακατάπαυστα αρχέγονα κύτταρα. Ο Melton πιστεύει ότι αυτού του τύπου οι τεχνικές δυσκολίες δεν αποτελούν παρά ένδειξη ότι η διαδικασία της πυρηνικής μεταφοράς βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα. Προβλέπει δε: «Σε λίγα χρόνια, όλα θα φαντάζουν πλέον εύκολα.»