Αύγουστος 2004
7,00 € 
Επιλογή Τεύχους


Εγκεφαλικές κωμωδίες
Τι προκύπτει αν «διασυνδέσουμε» μια τηλεοπτική κωμωδία με μια συσκευή εγκεφαλικής σάρωσης; Μια ομάδα υπό την καθοδήγηση των Joseph Moran και William Kelley, του Κέντρου Γνωσιακής Νευροεπιστήμης στο Κολέγιο του Ντάρτμουθ, επιχείρησε να το ανακαλύψει. Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν λειτουργική απεικονιστική τομογραφία μαγνητικού συντονισμού (fMRI) σε άτομα που παρακολουθούσαν επεισόδια τηλεοπτικών σειρών, είτε του Seinfeld είτε των Simpsons. Τα αποτελέσματα των σαρώσεων έδειξαν ότι, όταν κάποιος «πιάνει» ένα αστείο, αυτό συμβαίνει σε συγκεκριμένη περιοχή του εγκεφάλου, διαφορετική εκείνων που εμπλέκονται στο να το βρίσκει και διασκεδαστικό.

Αυτός ο διαχωρισμός μεταξύ γνωστικής και βιωματικής πλευράς τού χιούμορ υποστηρίζει τις λιγοστές προηγούμενες έρευνες για τη νευρική βάση τού χιούμορ, αλλά η τρέχουσα μελέτη είναι η πρώτη που ασχολείται με το είδος τού χιούμορ που δοκιμάζουμε στην καθημερινή μας ζωή. «Η ιδέα να χρησιμοποιηθούν κωμωδίες καταστάσεων είναι πολύ καλή» σχολιάζει ο Vinod Goel, ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο York του Τορόντο, παρατηρώντας ότι είναι πιο αστείες από τα λογοπαίγνια και τα ανέκδοτα που είχε χρησιμοποιήσει στη δική του έρευνα με νευροαπεικόνιση.

Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό της μελέτης τού Ντάρτμουθ ήταν ότι δεν ζητούσε από τα άτομα να εκφράζουν ό,τι θεωρούσαν αστείο, αλλά ούτε και κατέγραφε το γέλιο ή άλλες ανοικτές φυσιολογικές αποκρίσεις τους. Παρακολουθώντας τις εκπομπές μόνα τους, δεν ξέσπαγαν ακριβώς και συνεχώς σε γέλια, λέει ο Kelley ―και αυτό ήταν καλό, μιας και τα τρανταχτά γέλια μπορεί να προκαλούσαν πολλές κινήσεις του κεφαλιού ικανές να επηρεάσουν τις μετρήσεις τού fMRI. Αλλά και ερωτήσεις του τύπου ποιο και πού ήταν το αστείο ίσως να προκαταλάμβαναν τα αποτελέσματα, κάτι που ο Kelley πιστεύει πως συνέβη σε προηγούμενες μελέτες για το χιούμορ. Στο κάτω κάτω, η συμπλήρωση ενός ερωτηματολογίου από τα συμμετέχοντα στην έρευνα άτομα ή έστω η εξέταση από αυτά κατά πόσον κάτι είναι αστείο δεν ταυτίζεται με το να βιώνουν την πηγαία χαρά τού χιούμορ.

«Το θέμα είναι το πώς προσδιορίζεις το χιούμορ, ελλείψει γέλιου» εξηγεί ο Kelley. Η λύση της ομάδας του: Αντί να συγκρίνουν τις επιμέρους αντιδράσεις στα διάφορα σημεία των επεισοδίων, υπέθεσαν απλώς ότι οι χρονικές στιγμές που αντιστοιχούσαν στο ίχνος εγγραφής του γέλιου (ή εκεί όπου ένα προηγούμενο ακροατήριο είχε γελάσει) ήταν, κατά μέσο όρο, πιο αστείες από τα άλλα μέρη των επεισοδίων. Αναλύοντας τις σαρώσεις, υπέθεσαν επίσης ότι η ανίχνευση του χιούμορ μόλις που προπορεύεται της αξιολόγησής του.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι κατά τις στιγμές ανίχνευσης του χιούμορ εμφανι ζόταν έντονο σήμα στους αριστερούς φλοιούς, κάτω μετωπιαίο και οπίσθιο κροταφικό φλοιό ―η αριστερή πλευρά του εγκεφάλου. Η αξιολόγηση του χιούμορ, αντίθετα, προκαλούσε παλμικές αιχμές ενεργότητας στις βαθύτερες συναισθηματικές περιοχές ―ειδικότερα, σε περιοχές του νησιδιακού φλοιού και της αμυγδαλής αμφίπλευρα.

Ο Kelley πιστεύει πως αυτά τα αποτελέσματα έχουν νόημα. Παλιότερες έρευνες είχαν δείξει ότι ο αριστερός κάτω μετωπιαίος φλοιός εμπλεκόταν στο συνταίριασμα διφορούμενων εννοιών με πρότερη γνώση. Η αμφισημία, η ασυναρτησία και η έκπληξη είναι δε στοιχεία-κλειδιά σε πολλά αστεία.

Ο Kelley παραδέχεται πρώτος ότι η δική του μελέτη δεν είναι παρά μια πρώτη ματιά. Ενώ η ομάδα τού Ντάρτμουθ υπέθεσε ότι η ανίχνευση του χιούμορ μόλις που προηγείται της αξιολόγησής του, ο Goel παρατηρεί ότι αυτή η διαδοχή δεν ισχύει πάντα στις τρέχουσες μελέτες του με σειρές χιουμοριστικών σκίτσων. Και παρ’ όλο που το ίχνος εγγραφής του γέλιου έδειξε να είναι μια λογική εμπειρική μέθοδος στη μελέτη τού Ντάρτμουθ, ίσως αυτό να ίσχυε επειδή όλα τα άτομα είχαν επιλεγεί ακριβώς επειδή τους άρεσε το εγκεφαλικό, ειρωνικό ύφος των εκπομπών που έβλεπαν.

«Κάτι σημαντικό που προκύπτει από τη μελέτη μας είναι ότι μας γεννά περισσότερες απορίες» παρατηρεί ο Kelley. Μελλοντικές έρευνες θα μπορούσαν να εξετάσουν αν αυτά τα αποτελέσματα επεκτείνονται σε άλλους τύπους χιούμορ, όπως η χονδροειδής φαρσοκωμωδία. Η μελέτη με τις κωμωδίες καταστάσεων εξηγεί, τουλάχιστον, γιατί μερικοί άνθρωποι ποτέ δεν βρίσκουν διασκεδαστικό ένα αστείο, ακόμη κι αν σαφώς το καταλαβαίνουν. «Το θέμα με τις ατομικές διαφορές είναι ενδιαφέρον» λέει ο Goel, αλλά ισχυρίζεται ότι στην περίπτωση αυτή είναι μάλλον ορθότερες μη νευρολογικές εξηγήσεις. «Αν κάποιος δεν βρίσκει τους Simpsons αστείους, είναι νωρίς να πούμε ότι διαθέτει ελαττωματικό μετωπιαίο λοβό.»