Απρίλιος 2007
7,50 € 
Επιλογή Τεύχους


Εποχή ανάκαμψης
Οι εκβολές των ποταμών, όπου το γλυκό νερό αναμειγνύεται με το θαλασσινό, είναι δυναμικά περιβάλλοντα σημαντικής πολυπλοκότητας και κρίσιμοι βιότοποι για είδη με μεγάλη οικονομική σημασία. Μαζί με τις παράκτιες ζώνες, οι οποίες επηρεάζονται εν πολλοίς από τις ίδιες περιβαλλοντικές πιέσεις, έχουν εδώ και καιρό υποστεί βαθμιαία υποβάθμιση. Για του λόγου το αληθές, ο ΟΗΕ, πέρυσι [2006], ανακήρυξε τους ποταμόκολπους των δύο μεγαλύτερων ποταμών της Κίνας, του Γιανγκτσέ και του Κίτρινου Ποταμού, «νεκρές ζώνες». Η καταστροφή δεν επηρεάζει μόνο το άμεσο περιβάλλον του ποταμόκολπου ή το παράκτιο περιβάλλον, αλλά και τους ωκεανούς.

Για την εκτίμηση της ζημιάς στους ποταμόκολπους και τις παράκτιες ζώνες, αλλά και την ανασύνθεση της οικολογικής τους ιστορίας, μια διεθνής ομάδα με επί κεφαλής τον Heike Lotze, του Πανεπιστημίου Dalhousie στο Χάλιφαξ της Νέας Σκωτίας, ανέλυσε εκατοντάδες εγγράφων. Η ομάδα εστίασε την έρευνά της σε δώδεκα εύκρατα οικοσυστήματα ποταμόκολπων και παράκτια οικοσυστήματα που έχουν εκτεθεί σε εντατική ανθρωπογενή ανάπτυξη για περιόδους από 150 έως και 2.500 ετών. Εξέτασαν 30 με 80 είδη σε κάθε σύστημα, καθώς και 7 παραμέτρους ποιότητας νερού και δεδομένα σχετικά με εισβολή ειδών.

Γενικά, η υποβάθμιση ήταν ασήμαντη κατά τη διάρκεια της εποχής των κυνηγών-τροφοσυλλεκτών και της αγροτικής κοινωνίας. (Εντούτοις, ακόμη και προϊστορικοί πληθυσμοί μπορεί να έχουν προκαλέσει ζημίες: στον κόλπο τού Σαν Φρανσίσκο, οι αρχαίοι κυνηγοί μείωσαν τους πληθυσμούς της θαλάσσιας ενυδρίδας, των μεγάλων χηνών, του λευκού οξύρρυγχου και των γηγενών όστρεων.) Ξεκινώντας με την εισόρμηση των οικονομιών της αγοράς πριν από 300 περίπου χρόνια, τα οικοσυστήματα υπέστησαν ταχεία μείωση στην αφθονία των ειδών. Στα τελευταία 50 έτη, ωστόσο, παρατηρήθηκε κάποια βελτίωση: οι πληθυσμοί των πτηνών αυξήθηκαν, ενώ οι πληθυσμοί των ερπετών και των θηλαστικών, καθώς και η βλάστηση, διατηρήθηκαν στα ίδια περίπου επίπεδα. Μόνο τα ασπόνδυλα και οι ιχθύες υπέστησαν μεγάλη μείωση. Το μέγεθος των εξεταζόμενων οικοσυστημάτων, ο πλούτος τους όσον αφορά τον αριθμό των ειδών και η πυκνότητα του ανθρώπινου πληθυσμού δεν σχετίζονταν με το βαθμό υποβάθμισης. Τα περισσότερο υποβαθμισμένα συστήματα ήταν αυτά τα οποία υπόκεινταν σε έντονη εμπορική δραστηριότητα επί μακρό χρονικό διάστημα ―η βόρεια Αδριατική, η δυτική Βαλτική και η Θάλασσα του Γουόντεν (Ολλανδία).

Στα τέλη του 20ού αιώνα, το 91% των ειδών που μελετήθηκαν είχαν υποστεί μείω-ση του πληθυσμού τους (απώλεια της τάξης τού 50% ή και περισσότερο), το 31% σπάνιζε (απώλεια της τάξης τού 90% ή και περισσότερο) και το 7% είχε εκλείψει. Καμία από αυτές τις απώλειες δεν μπορούσε να αποδοθεί σε εισβάλλοντα είδη (όπως είναι τα μακρύλαιμα δίθυρα μαλάκια) ή στην κλιματική αλλαγή.

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 100 ετών, αρκετά συστήματα, όπως ο εξωτερικός κόλπος τού Φάντι, ο νότιος κόλπος τού Σεντ Λόρενς και ο κόλπος της Μασαχουσέτης, έχουν παρουσιάσει μικρές αυξήσεις στην ποικιλότητα των ειδών, προφανώς χάρη στις προσπάθειες διατήρησης· σε άλλες πάλι περιοχές, η απώλεια ειδών έχει επιβραδυνθεί. Από τις εξελίξεις αυτές, ο Lotze και οι συνάδελφοί του συμπεραίνουν ότι η διαδικασία της υποβάθμισης πέρασε από ένα κατώτατο όριο και ότι τα συστήματα, αν και με βραδείς ρυθμούς, επανακάμπτουν.