Αύγουστος 2006
7,50 € 
Επιλογή Τεύχους


Όχι και η πανάκεια
Αυτοί που επινόησαν το φάρμακο, το αποκάλεσαν «υπεραντίσωμα»: ήλπιζαν ότι θα ήταν σε θέση να ενεργοποιεί ανοσοκύτταρα τα οποία δεν μπορούσαν να ενεργοποιηθούν από άλλα μεμονωμένα φαρμακευτικά αντισώματα. Το όνομά του ήταν TGN1412, προοριζόταν δε για χρήση σε αυτοάνοσες νόσους και λευχαιμίες· κατασκευάστρια εταιρεία ήταν η TeGenero με έδρα το Βίρτσμπουργκ της Γερμανίας. Τον περασμένο Μάρτιο [2006], και στα πλαίσια ενός συνηθισμένου ελέγχου ασφαλείας, το αντίσωμα χορηγήθηκε σε έξι πρώην υγιείς εθελοντές οι οποίοι κατέληξαν σε μονάδα εντατικής φροντίδας.

Μολονότι όλοι οι άντρες βρίσκονται εκτός κρίσιμης κατάστασης, ένας ασθενής, ο οποίος έπεσε σε κώμα επί 3 εβδομάδες μετά τη χορήγηση του φαρμάκου, ίσως υποστεί ακρωτηριασμό σε κάποια δάχτυλα των χεριών και των ποδιών του. Αρκετοί ειδικοί επί των φαρμάκων υποστηρίζουν ότι εξαιτίας τούτων των αποτελεσμάτων ―τα οποία προέκυψαν κατόπιν πειραμάτων με το TGN1412 σε εργαστηριακά κουνέλια και αρουραίους με δόσεις έως και 500 φορές υψηλότερες της ανθρώπινης δόσης―, επιβάλλονται η δέουσα προσοχή και οι κατάλληλες προφυλάξεις κατά το σχεδιασμό δοκιμών με βιοτεχνολογικά φάρμακα των οποίων η δράση στηρίζεται σε νέους πρωτότυπους μηχανισμούς.

Από τις δοκιμές σε πειραματόζωα φάνηκε ότι το φάρμακο ενεργοποιεί ως επί το πλείστον ρυθμιστικά λεμφοκύτταρα Τ. Σε αντίθεση με άλλα λεμφοκύτταρα Τ, τα οποία φονεύουν τα προσβεβλημένα κύτταρα ή εκκρίνουν μόρια σχετιζόμενα με τη φλεγμονή γνωστά ως κυτταροκίνες, τα ρυθμιστικά λεμφοκύτταρα Τ «αποσβένουν» (κατιούσα ρύθμιση) τις ανοσοαπαντήσεις. Στο εν λόγω αντίσωμα είχαν στηριχτεί ελπίδες ότι θα μπορούσε να συμβάλλει στην καταστολή των αυτοάνοσων νόσων, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα, και να παρακινεί τα λεμφοκύτταρα Τ προκειμένου να δρουν επιθετικά κατά της λευχαιμίας.

Για την ενεργοποίηση των λεμφοκυττάρων Τ, κάποιος υποδοχέας αποκρίνεται σε έναν ιδιαίτερο ξένο εισβολέα, ή αντιγόνο, και ένας άλλος υποδοχέας, ο CD28, ανάβει το πράσινο φως για την ανοσοαπάντηση. Με το TGN1412, ωστόσο, είναι δυνατή η πυροδότηση των λεμφοκυττάρων Τ χωρίς τη μεσολάβηση κάποιου αντιγόνου, απλώς μέσω της πρόσδεσης του εν λόγω αντισώματος επάνω σε μία περιοχή τού CD28 κοντά στην πλασματική μεμβράνη, η οποία περιοχή δεν λειτουργεί ως στόχος άλλων μορίων.

Από προκαταρκτικές έρευνες της Ρυθμιστικής Υπηρεσίας για τα Φάρμακα και τα Προϊόντα Υγείας (MHRA) του Ηνωμένου Βασιλείου προέκυψε ότι η βάση του προβλήματος δεν σχετιζόταν με κάποια μόλυνση ή λανθασμένες δόσεις του σκευάσματος αλλά με το ίδιο το TGN1412. Μολονότι οι επιστήμονες που κατέθεσαν στις αρμόδιες επιτροπές προειδοποίησαν ότι δεν είχαν εξετάσει έως τότε τα αδημοσίευτα σχετικά κλινικά δεδομένα, είκασαν ότι η ενεργοποιητική δράση τού TGN1412 επεκτεινόταν σε όλα τα λεμφοκύτταρα Τ και όχι ως επί το πλείστον στα ρυθμιστικά λεμφοκύτταρα Τ. Ένα τέτοιο γεγονός θα μπορούσε να έχει οδηγήσει σε μια μαζική απελευθέρωση άνοσων μορίων, μια καταιγίδα κυτταροκινών, ικανή να προκαλέσει καταπληξία και ανεπάρκεια πολλών οργάνων.

Βάσει διαφορετικών αποτελεσμάτων σε ανθρώπους και πιθήκους φαίνεται ότι ο ύποπτος είναι «η λαβή στη σφεντόνα» του αντισώματος (μοριακή δομή που μοιάζει με Υ), γνωστή και ως περιοχή Fc. Στους πιθήκους, η «λαβή» του μορίου ίσως να μην δεσμευόταν επάνω στα κύτταρα ή μπορεί να προσδενόταν κατά τρόπο ο οποίος δεν θα πυροδοτούσε κάποια απόκριση. Στους ανθρώπους, ωστόσο, «θα μπορούσε να επιφέρει απρόβλεπτα επακόλουθα έπειτα από την πρόσδεσή της είτε σε κύτταρα διαφορετικά των λεμφοκυττάρων Τ, ως μη ώφειλε, είτε σε άλλα ανοσοκύτταρα τα οποία δεν εκφράζουν τον CD28», διατείνεται ο ανοσολόγος Carl June του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνιας. Σύμφωνα με ένα πρόσφατο εύρημα προτείνεται ότι οι άνθρωποι μάλλον δεν διαθέτουν στο ανοσοποιητικό τους σύστημα κάποια μοριακά «φρένα» που απαντούν σε άλλα είδη πρωτευόντων.

Εξαιτίας του TGN1412, «θα επιβραδυνθεί ο ρυθμός ανάπτυξης για τα περίπου 1.000 αντισώματα που προορίζονται για κλινική χρήση και βρίσκονται καθ’ οδόν», λέει ο June. Σημείωσε δε ότι και σε κάποιες κλινικές δοκιμές γονιδιακής θεραπείας σημειώθηκε απρόβλεπτος θάνατος, και τούτο ανέστειλε την έρευνα για κάμποσα χρόνια. Η επανέναρξη της έρευνας στον εν λόγω τομέα ακολούθησε μόνο αφού αυξήθηκαν υπερβολικά οι ρυθμιστικές υποχρεώσεις του διενεργούντος τέτοια έρευνα, γεγονός που ουσιαστικά απέκλεισε πλέον τη συμμετοχή μικρότερων εταιρειών. Παρ’ όλα αυτά, ο June προλέγει ότι «μέχρι σήμερα έχουν εγκριθεί περί τα 17 αντισώματα. Η αξία τους έχει αποδειχτεί. Και επειδή στα φαρμακευτικά αντισώματα εμπλέκονται μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες, δεν βλέπω την όλη προσπάθεια να σβήνει ευρισκόμενη στην αρχή της ανάπτυξής της».