Οκτώβριος 2003
7,00 € 
Επιλογή Τεύχους


Βρύχιες σκέψεις
Εγχύστε μερικά εκατομμύρια τόνους λειωμένο σίδηρο μέσα σε ένα μετρίου μεγέθους διάρρηγμα πάνω στην επιφάνεια του πλανήτη μας, και σε μερικές εβδομάδες το κοχλάζον υλικό θα διεισδύσει περίπου 3.000 χιλιόμετρα μέσα στο εσωτερικό της Γης φωλιάζοντας στον εξώτερο πυρήνα. Στο καταβυθιζόμενο μέταλλο εμφυτέψτε μια ανιχνευτική συσκευή μεγέθους μήλου, και θα έχετε στη διάθεσή σας έναν εντυπωσιακό νέο τρόπο εξερεύνησης των διεργασιών στο εσωτερικό της Γης.

Κάπως έτσι το οραματίζεται ο David J. Stevenson, ειδικός στην πλανητική επιστήμη από το Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Καλιφόρνιας. Κάποιοι συνάδελφοί του έχουν κατά καιρούς γελάσει με την ψυχή τους ακούγοντας τα ονειροπολήματά του. Αλλοι τον έχουν χαρακτηρίσει ευήθη. Τουλάχιστον, όμως, μερικοί γεωφυσικοί παραδέχονται πως πρόκειται για μια ελπιδοφόρα ιδέα, πιθανώς και πραγματοποιήσιμη.

«Δεν είμαστε σίγουροι για την αποτυχία του εγχειρήματος», δηλώνει ο Paul J. Tackley, γεωφυσικός στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Λος Αντζελες. Και παραθέτει πολλούς λόγους υπέρ της πραγματοποίησης μιας τέτοιας αποστολής.

Ό,τι γνωρίζουν ώς σήμερα οι επιστήμονες για το εσωτερικό της Γης έχει συναχθεί κατά έμμεσο τρόπο —από τον τρόπο με τον οποίο διαδίδονται οι σεισμικές δονήσεις διαμέσου των στρωμάτων του πλανήτη ή από κομμάτια μεταμορφωμένων πετρωμάτων του μανδύα που ξερνούν τα ηφαίστεια από τα στόμιά τους. Η πλειονότητα των επιστημόνων έχει εγκαταλείψει κάθε ελπίδα διεξαγωγής άμεσων παρατηρήσεων: η απόπειρα γεώτρησης σε βάθος μεγαλύτερο των 12 χιλιομέτρων έχει αποδειχθεί μάταια εξαιτίας των έντονων πιέσεων που ασκούνται από τα υπερκείμενα πετρώματα.

Η ειδοποιός διαφορά του «σχεδίου Stevenson» είναι ότι δεν απαιτείται γεώτρηση. Αντιθέτως, η ανιχνευτική διαδικασία αρχίζει με τη δημιουργία ενός διαρρήγματος, το οποίο όμως θα απαιτούσε το ισοδύναμο μιας έκρηξης μερικών μεγατόνων ΤΝΤ. Αφού γέμιζε με 50.000 έως 50 εκατομμύρια τόνους τηγμένου σιδήρου, το διάρρηγμα θα επεκτεινόταν με κατεύθυνση προς το εσωτερικό. Ο καταβυθιζόμενος σίδηρος, έχοντας περίπου διπλάσια πυκνότητα από τα περιβάλλοντα πετρώματα, θα προωθούσε λόγω του βάρους του το διάρρηγμα —όπως ο πέλεκυς σχίζει τον κορμό ενός δέντρου. Η έντονη πίεση, της τάξεως των 135 δισεκατομμυρίων πασκάλ (ή 1.400 τόνων ανά τετραγωνικό εκατοστό), που επικρατεί μέσα στο μανδύα θα επανέφρασσε το διάρρηγμα.

Ο έλεγχος του σχήματος του διαρρήγματος θα ήταν πιο δύσκολος, επισημαίνει ο Tackley. Πιθανόν τα φυσικά ρήγματα να εξέτρεπαν μια ποσότητα σιδήρου από την προδιαγεγραμμένη διαδρομή της. Επιπλέον, ο Tackley και ο Paul Johnson, γεωφυσικός από το Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον, επισημαίνουν ότι κάποια άλλη ποσότητα σιδήρου θα εψύχετο και θα στερεοποιούνταν κατά την κάθοδό της διαμέσου του φλοιού εξαιτίας του σχετικά ψυχρότερου περιβάλλοντος που επικρατεί σε μεγαλύτερο βάθος.

Όπως παραδέχεται και ο ίδιος ο Stevenson, για την υπέρβαση των μηχανολογικών δυσκολιών ίσως απαιτηθούν παράλογα μεγάλες ποσότητες τηγμένου σιδήρου. Ακόμα πιο δυσπροσδιόριστα, όπως επισημαίνει, θα είναι τα απαιτούμενα χρήματα και ο χρόνος για τη μελέτη και την κατασκευή μιας ανιχνευτικής συσκευής ικανής να αντέξει τις καταπονήσεις του ταξιδιού (ίσως εφοδιασμένη με ηλεκτρονικά στοιχεία κατασκευασμένα από διαμάντια) και να μπορεί να μεταφέρει επιτυχώς τα ευρήματά της στους ερευνητές που θα βρίσκονται στην επιφάνεια (πιθανόν, μέσω ηχητικών κυμάτων χαμηλής έντασης).

«Υποπτεύομαι πως το κόστος ενός τέτοιου προγράμματος θα έκανε ακόμα και την ίδια τη NASA να χαμηλώσει τα μάτια», σχολιάζει ο Johnson. Προσθέτει όμως ότι, ενώ είναι εύκολο να κατακρίνει κανείς το σχέδιο από πολλές απόψεις (για παράδειγμα, η διάρρηξη της γήινης επιφάνειας θα απαιτούσε πιθανότατα πυρηνικές εκρήξεις), η μεγαλύτερη αξία της όλης πρότασης έγκειται στο ότι προσκαλεί την επιστημονική κοινότητα να συζητήσει και να επανεξετάσει ένα επιστημονικό όνειρο το οποίο προ πολλού είχε απορριφθεί από τους περισσότερους.

Ο Stevenson παραδέχεται ότι, ενώ οι συγκεκριμένες ιδέες στριφογύριζαν στο μυαλό του επί μία δεκαετία, του πήρε μόλις έξι ώρες για να τις καταγράψει στο χαρτί —κεντρισμένος εν μέρει από την πρόσφατη κινηματογραφική ταινία The Core (ελληνικός τίτλος: Ο Πυρήνας: Αποστολή στο κέντρο της Γης) του Jon Amiel, ένα γεωφυσικό θρίλερ.

Αν και ο Stevenson δεν είναι αφοσιωμένος με πάθος στην πραγματοποίηση του ονείρου του, ελπίζει ότι οι συνάδελφοί του θα αναγνωρίσουν τη σοβαρή πλευρά της πρότασής του. Τα τελευταία 40 χρόνια, η NASA ξόδεψε πάνω από 10 δισεκατομμύρια δολάρια για τη μη επανδρωμένη εξερεύνηση του Διαστήματος. Πιστεύει, λοιπόν, ότι και ο πλανήτης που μας φιλοξενεί δικαιούται ανάλογη επένδυση Ψμια μάλλον παράτολμη επισήμανση, προερχόμενη μάλιστα από κάποιον του οποίου η επιτυχημένη τριακονταετής σταδιοδρομία έχει χρηματοδοτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη NASA. «Η γνώση της σύστασης και της θερμοκρασίας του μανδύα και του πυρήνα έχει θεμελιώδη σημασία για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε την προέλευση της Γης», αναφέρει, «και δεν θα την αποκτήσουμε ποτέ αν δεν πάμε εκεί».